Μήν Ἰανουάριος… Ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων σκορπίας, τρίγλας, κεφάλους, λυθρίνους, ἀ ( ν)θερίνας, καὶ μελανούρους, τηγάνου
-καὶ πέμπτον τὰ τηγάνου,/ κομμάτια συακοκόμματα, τριγλία μουστακάτα, καὶ διπλοτήγανον παχὺν μεγάλης ἀθερίνας
- [Τὸ δὲ εἰπεῖν ὡς ἐκ τοῦ ἕψειν γίνεται τὸ ὄψον, οὐ πάνυ εὐοδοῦται, τά τε ἄλλα, καὶ ὅτι τὸ μὲν ἕψω δασύνεται, τὸ δὲ ὄψον ψιλοῦται. γίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἕψειν μᾶλλον ἑψητός, ἔδεσμά τι λεπτῶν ἰχθύων, ἀφύης τυχὸν ἢ ἀθερίνης ἢ τριγλίδων, ὥς φασιν οἱ παλαιοί, ἢ σηπιδίων καὶ καρκινιδίων, ὃς δὴ ἑψητὸς πληθυντικῶς, φασί, λέγεται ὡς ἐπὶ πολύ. ἑψητοὶ γάρ, φασίν, ἰχθύδια ὑπολειπόμενα ἐν διώρυξιν, ὅταν ὁ Νεῖλος ὑποπαύηται τῆς πληρώσεως.] Ἰστέον δὲ καὶ ὡς οἱ ὕστερον ἐπὶ μόνου ἰχθύος τὴν λέξιν ὥρισαν, ὡς καὶ ὁ Ἀθήναιος παρασημαίνεται. ὅθεν καὶ τὸ ὀψάριον, καθάπερ καὶ τέμαχος, ὡς καὶ ὁ Κωμικὸς δηλοῖ, ἐπὶ μόνων τμημάτων ἰχθυηρῶν παρὰ τοῖς παλαιοῖς ἰδιάζεται. [Ὀψαρίου δὲ πολλαὶ χρήσεις ἐπὶ ἰχθύος παρὰ τοῖς παλαιοῖς. δῆλον δὲ ὅτι καὶ ἐπὶ τοῦ ἁπλῶς προσοψήματος, ταὐτὸν δ’ εἰπεῖν κοινῶς προσφαγίου, τὸ προσόψημα λέγεται ὑποκοριστικῷ τύπῳ.]
Καὶ ὀφθήσομαι καλὰ τρανὰ σαυρίδια καὶ ἀπὸ τὴν ἔγγραυλιν τὴν ἀθερίναν ζουμίν
J. E. Kalitsunakis, “ὄψον und ὀψάριον”, στο Festschrift Kretschmer, Wien-Leipzig-New York 1926, 96-106
A. Dalby, Flavours of Byzantium, London 2003 και επανέκδοση 2010 με άλλο τίτλο, Tastes of Byzantium: The Cuisine of a Legendary Empire, London 2010 και ελλ. μτφ. Δέσποινα Λαμπαδά, A . Dalby, Βυζαντίου Γεύσεις. Η κουζίνα της αυτοκρατορίας, Αθήνα 2015.
H. Eideneier, Πτωχοπρόδρομος, κριτική έκδοση, Ηράκλειο 2012 με βάση την έκδοση του ίδιου, Ptochoprodromos, Neograeca Medii Aevi 5, Köln 1991
Φ. Κουκουλές, Βυζαντινῶν Βίος καὶ πολιτισμός, τόμος 5, Αθήνα 1952.