Άθερίνα

Tίτλος Λήμματος
Άθερίνα
Εναλλακτικός τίτλος
-
Αποσπάσματα
Ιερόφιλος, Περὶ τροφῶν κύκλος, έκδ. Ideler, κεφ. 1, σελ. 409.10-12 και έκδ. Romano σελ. 200 Ι 23 – 27, σελ. 201 ΙΙΙ 36-40

Μήν Ἰανουάριος… Ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων σκορπίας, τρίγλας, κεφάλους, λυθρίνους, ἀ(ν)θερίνας, καὶ μελανούρους, τηγάνου

Πτωχοπρόδρομος, Ποίημα Δ΄, στχ. 183-185

-καὶ πέμπτον τὰ τηγάνου,/ κομμάτια συακοκόμματα, τριγλία μουστακάτα, / καὶ διπλοτήγανον παχὺν μεγάλης ἀθερίνας

Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα, τόμ. 3 σελ. 269.14-25

- [Τὸ δὲ εἰπεῖν ὡς ἐκ τοῦ ἕψειν γίνεται τὸ ὄψον, οὐ πάνυ εὐοδοῦται, τά τε ἄλλα, καὶ ὅτι τὸ μὲν ἕψω δασύνεται, τὸ δὲ ὄψον ψιλοῦται. γίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἕψειν μᾶλλον ἑψητός, ἔδεσμά τι λεπτῶν ἰχθύων, ἀφύης τυχὸν ἢ ἀθερίνης ἢ τριγλίδων, ὥς φασιν οἱ παλαιοί, ἢ σηπιδίων καὶ καρκινιδίων, ὃς δὴ ἑψητὸς πληθυντικῶς, φασί, λέγεται ὡς ἐπὶ πολύ. ἑψητοὶ γάρ, φασίν, ἰχθύδια ὑπολειπόμενα ἐν διώρυξιν, ὅταν ὁ Νεῖλος ὑποπαύηται τῆς πληρώσεως.] Ἰστέον δὲ καὶ ὡς οἱ ὕστερον ἐπὶ μόνου ἰχθύος τὴν λέξιν ὥρισαν, ὡς καὶ ὁ Ἀθήναιος παρασημαίνεται. ὅθεν καὶ τὸ ὀψάριον, καθάπερ καὶ τέμαχος, ὡς καὶ ὁ Κωμικὸς δηλοῖ, ἐπὶ μόνων τμημάτων ἰχθυηρῶν παρὰ τοῖς παλαιοῖς ἰδιάζεται. [Ὀψαρίου δὲ πολλαὶ χρήσεις ἐπὶ ἰχθύος παρὰ τοῖς παλαιοῖς. δῆλον δὲ ὅτι καὶ ἐπὶ τοῦ ἁπλῶς προσοψήματος, ταὐτὸν δ’ εἰπεῖν κοινῶς προσφαγίου, τὸ προσόψημα λέγεται ὑποκοριστικῷ τύπῳ.]

Σπανός παραλλαγή Α, σελ.94.58-59

Καὶ ὀφθήσομαι καλὰ τρανὰ σαυρίδια καὶ ἀπὸ τὴν ἔγγραυλιν τὴν ἀθερίναν ζουμίν

Σχόλιο Λήμματος
Πέμπτο πιάτο για τους καλοφαγάδες ηγουμένους (καλούμενο από τους Βυζαντινούς μίνσος ή ὄψον ή βρῶμα) ήταν σύμφωνα με τον Πτωχοπρόδρομο τα τηγανιστά ψάρια, εν προκειμένω η διπλοτηγανισμένη μεγάλη αθερίνα. Κατά τον Κουκουλέ διπλοτήγανον σημαίνει μάζα αθερίνας στο τηγάνι που ως ένα σώμα τηγανίζεται και από τις δύο πλευρές, ενώ κατά τον Eideneier δύο τηγανιές αθερίνας. Στον Σπανό ειρωνική αναφορά, από το τίποτε που είναι η μικρή αθερίνα να ζητάς… ζουμίν (αν και ο Πτωχοπρόδομος αναφέρει μεγάλη ἀθερίνα).
Τόπος - Χρόνος
-
Βιβλιογραφία
Krumbacher 1903 / 372

K. Krumbacher, “Das mittelgriechische Fischbuch”, Sitzungsberichte der Bayerischen Akademie der Wissenschaften, München 1903, Heft 3, 345-381.

Kalitsunakis 1926 / 96-106

J. E. Kalitsunakis, “ὄψον und ὀψάριον”, στο Festschrift Kretschmer, Wien-Leipzig-New York 1926, 96-106

Κουκουλές 1952 / σελ. 32, 79-80

Φ. Κουκουλές, Βυζαντινῶν Βίος καὶ πολιτισμός, τόμος 5, Αθήνα 1952.

Tinnefeld 1988 / 164-165 αρ. 23

A. Tinnefeld, Zur kulinarischen Qualität byzantinischer Speisefische᾽, Studies in the mediterranean world, τόμος 1 (1988), 155-176

Dalby 2000 / 14-16

A. Dalby, Dangerous tastes: the story of spices, London 2000.

Dalby 2003 (2010) / 191

A. Dalby, Flavours of Byzantium, London 2003 και επανέκδοση 2010 με άλλο τίτλο, Tastes of Byzantium: The Cuisine of a Legendary Empire, London 2010 και ελλ. μτφ. Δέσποινα Λαμπαδά, A . Dalby, Βυζαντίου Γεύσεις. Η κουζίνα της αυτοκρατορίας, Αθήνα 2015.

Chrone – Vakalopoulos και Vakalopoulos 2008 / 137

Μ. Chrone – Vakalopoulos και A. Vakalopoulos, Fishes and other aquatic species in the Byzantine literature. Classification, terminology and scientific names, Βυζαντινά Σύμμεικτα, 18 (2008), 123-157.

Eideneier 2012 / 240

H. Eideneier, Πτωχοπρόδρομος, κριτική έκδοση, Ηράκλειο 2012 με βάση την έκδοση του ίδιου, Ptochoprodromos, Neograeca Medii Aevi 5, Köln 1991