Κολοκάσιον

The Morgan Dioscorides,  Morgan MS M 652, 07va ,  Morgan Library and Museum, New York . Εικονογραφημένο χφ Περὶ ὕλης ἰατρικῆς του Διοσκορίδη,  Κωνσταντινούπολη 10ος αι.
The Morgan Dioscorides, Morgan MS M 652, 07va , Morgan Library and Museum, New York . Εικονογραφημένο χφ Περὶ ὕλης ἰατρικῆς του Διοσκορίδη, Κωνσταντινούπολη 10ος αι.
Tίτλος Λήμματος
Κολοκάσιον
Εναλλακτικός τίτλος
-
Αποσπάσματα
Γαληνός, Περὶ τῶν ἐν ταῖς τροφαῖς δυνάμεων, έκδ. Kühn, τόμος 6, σελ. 649-650,έκδ. Helmereich, Βιβλίον 2, κεφ. 61, σελ. 324-325

Περὶ ἄρου. Ἔστι μὲν ἡ ῥίζα καὶ τούτου τοῦ φυτοῦ παραπλησίως ἐσθιομένη τῇ τῆς γογγυλίδος, ἐν χώραις δέ τισι φύεται δριμυτέρα πως, ὡς ἐγγὺς εἶναι τῇ τοῦ δρακοντίου. καὶ χρὴ τὸ πρότερον αὐτῆς ὕδωρ ἀποχέοντα κατὰ τὴν ἕψησιν εἰς ἕτερον ἐμβάλλειν θερμόν, ὡς ἐπὶ κράμβης τε καὶ φακῆς εἴρηται. κατὰ δὲ Κυρήνην ἔμπαλιν ἔχει τὸ φυτὸν ὡς πρὸς τὴν παρ’ ἡμῖν χώραν. ἥκιστα γάρ ἐστι φαρμακῶδες καὶ δριμὺ τὸ ἄρον ἐν ἐκείνοις τοῖς τόποις, ὡς καὶ τῶν γογγυλίδων εἶναι χρησιμώτερον… ἐσθίεται δὲ δι’ ὕδατος ἑψηθεῖσα μετὰ νάπυος ἢ μετ’ ὄξους σὺν ἐλαίῳ καὶ γάρῳ καὶ μέντοι καὶ μεθ’ ὑποτριμμάτων ἄλλων τε καὶ τῶν διὰ τυροῦ σκευαζομένων

Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα, τόμ. 3, σελ. 685.1-3

ἐκεῖνος γὰρ (= ο Αθήναιος) κωδύαν φησὶ τὴν τοῦ κιβωρίου, ὅ ἐστι κολοκασίου, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δεδήλωται, ἧς, φησί, τὸ ἄνθος διπλάσιον ἢ μήκωνος, ταὐτὸν δ’ εἰπεῖν, τῆς ἐνταῦθα κωδείας

Διοσκουρίδης Πεδάνιος ή Ψευδο-Διοσκορίδης, Περί ύλης ιατρικής, Βιβλίον 2, κεφ. 106, σελ. 180.8-17

ὁ δὲ Αἰγύπτιος κύαμος, ὃν ἔνιοι Ποντικὸν καλοῦσι, πλεῖστος ἐν Αἰγύπτῳ γεννᾶται, καὶ ἐν Ἀσίᾳ δὲ καὶ ἐν Κιλικίᾳ… καλεῖται δὲ κιβώριον ἢ κιβώτιον … ῥίζα δὲ ὕπεστι παχυτέρα καλάμου, βιβρωσκομένη ἑφθή τε καὶ ὠμή, κολοκάσιον καλουμένη

Οριβάσιος, Ιατρικαί Συναγωγαί, Βιβλίον 11, 64, τόμ. 2, σελ. 91.1-6

Ἄρον τὸ καλούμενον λοῦφας παρὰ Σύροις φύλλα ἀνίησι τοῖς τοῦ δρακοντίου ὅμοια, μικρότερα δὲ καὶ ἀσπίλωτα· καυλὸν σπιθαμιαῖον, ὑπόκιρρον, ὑπεροειδῆ, ἐφ’ οὗ ὁ καρπὸς κροκίζων·ῥίζα λευκὴ πρὸς τὴν τοῦ δρακοντίου, ἥτις καὶ ἕψεται ἐσθιομένη, ἧττον οὖσα δριμεῖα. ταριχεύεται δὲ τὰ φύλλα εἰς βρῶσιν καὶ καθ’ ἑαυτὰ ξηραινόμενα ἑψόμενα ἐσθίεται

Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, Βιβλίον 3, κεφ. 1-2, σελ. 169.19-171.4

Κιβώρια. Νίκανδρος ἐν Γεωργικοῖς σπείρειας κυάμων Αἰγύπτιον … ῥίζας δὲ λέγει Νίκανδρος τὰ ὑπ’ Ἀλεξανδρέων κολοκάσια καλούμενα… Θεόφραστος δ’ ἐν τῷ περὶ φυτῶν οὕτω γράφει ‘ὁ κύαμος ἐν Αἰγύπτῳ φύεται μὲν ἐν ἕλεσι καὶ λίμναις. καυλὸς δ’ αὐτοῦ μῆκος μὲν ὁ μακρότατος εἰς δʹ πήχεις, πάχος δὲ δακτυλιαῖος, ὅμοιος καλάμῳ μαλακῷ ἀγονάτῳ· διαφύσεις δ’ ἔνδοθεν ἔχει δι’ ὅλου διειλημμένας ὁμοίας τοῖς κηρίοις. ἐπὶ τούτῳ δ’ ἡ κωδύα καὶ τὸ ἄνθος διπλάσιον ἢ μήκωνος· χρῶμα δ’ ὅμοιον ῥόδῳ κατακορές. παραφύεται δὲ φύλλα μεγάλα· ἡ δὲ ῥίζα παχυτέρα καλάμου τοῦ παχυτάτου καὶ διαφύσεις ὁμοίας ἔχουσα τῷ καυλῷ. ἐσθίουσι δ’ αὐτὴν καὶ ἑφθὴν καὶ ὠμὴν καὶ ὀπτήν, καὶ οἱ περὶ τὰ ἕλη τούτῳ σίτῳ χρῶνται…’. Δίφιλος δὲ ὁ Σίφνιός φησιν· ‘ἡ τοῦ κυάμου τοῦ Αἰγυπτίου ῥίζα, ἥτις λέγεται κολοκάσιον, εὔστομός τέ ἐστι καὶ τρόφιμος...’. γίνεται δὲ ὄντως ἐκ τῶν κιβωρίων καὶ ἄνθος στεφανωτικόν. καλοῦσι δ’ Αἰγύπτιοι μὲν αὐτὸ λωτόν…

Αέτιος, Βιβλία ιατρικά, Βιβλίον 1, κεφ. 210, σελ. 91.13-15

Κολοκάσιον ἢ μανζιζάνιον. Παραπλησία ταύτης τῆς ῥίζης ἐστὶν ἡ δύναμις ταῖς γογγυλίδαις καὶ κρομύοις, γλίσχρον δὲ αὐτῆς τὸ σῶμά ἐστιν, ὅθεν καὶ ῥυπτικῆς μετέχει δυνάμεως καὶ εὐκοίλιόν ἐστιν

Φώτιος, Επιστολές, αρ. 318.2-17, σελ. 125

Τὸ μὲν φυτόν, ἱερώτατον τέκνον καὶ ἀδελφέ, κιβώτιον ἢ κιβώριον … ὁ δὲ τούτου καρπός, οὐκ ἐν πάσαις χώραις γινόμενος, Αἰγύπτιος ὀνομάζεται κύαμος· τοῦτον δὲ Ποντικὸν ἕτεροι κύαμον καλοῦσιν, πρὸς πάντα μὲν χρησιμεύοντα, μάλιστα δὲ ὀδόντων συντηρήσεως καὶ ὑγείας ἄριστον φάρμακον τῇ πείρᾳ κριθέντα ἡ δὲ ῥίζα, ἣν καὶ ἡ σὴ ἀπέστειλεν ἡμῖν ὁσιότης, κολοκάσιον παρ’ αὐτοῖς ἔσχε τὴν κλῆσιν. ἄμεινον οὖν τῆς τοιαύτης τοὺς ἀνθρώπους ἀπέχεσθαι βρώσεως σιτοδείας μάλιστα μὴ βιαζομένης·γλίσχρα τε γὰρ καὶ κακόχυμος καὶ δύσπεπτος, καὶ τυπικῷ φάναι τῷ λόγῳ, τῶν ῥιζῶν αἳ τοὺς καλάμους φύουσιν οὐ πολὺ βελτίονα τροφὴν τῷ ἀνθρωπίνῳ σώματι παρεχομένη. ὠμὴ μὲν οὖν εἰ βρώσιμος οὐκ ἄν τις ἀμφισβητήσειεν, ὥσπερ οὐδὲ περὶ τῶν ῥιζῶν αἳ φύουσι τοὺς καλάμους· ἑφθὴ δ’ ἂν βρωθείη, ἢ πεπέρεως καὶ γάρου καὶ ἐλαίου ἐμβαλλομένου, δι’ ὧν τὸ γλίσχρον καὶ κολλῶδες τὸν δυνατὸν ἂν ἀποσκευασθείη τρόπον, ἢ καὶ ταγήνῳ μετὰ τὴν ἕψησιν καὶ τὴν εἰρημένην ἄρτυσιν τῶν ἑφθῶν ῥιζῶν παραδιδομένων καὶ τούτοις δὲ σπανιάκις χρηστέον

Σχόλιο Λήμματος
Ρίζα με γλίσχρο, κολλώδες σώμα που συγχέεται και μοιάζει με άλλες ρίζες και καρπούς (κάλαμος, λωτός, μανζιζάνιον, βλ. λ. ματιτάνιον). Το φυτό και η ρίζα του φύονται σε υγρά και ελώδη μέρη και κατά την αρχαιότητα έφεραν διάφορα ονόματα, όπως «ἄρον», «αἰγύπτιος ή ποντικός κύαμος», «κιβώριον», «κιβώτιον», «κωδύα», «λωτός», ανάλογα με την γενόμενη αναφορά στην ρίζα, στα φύλλα, στον καυλό ή στο άνθος του, αλλά με κοινό και επικρατούν όνομα το «κολοκάσιον». Κατά τον Γαληνό η ρίζα του μοιάζει με αυτή του ραπανιού ή της ράπας βράζεται δύο φορές με αλλαγή του νερού και βρασμένη τρώγεται με μουστάρδα, ξίδι, λάδι, γάρο ή με διάφορα υποτρίμματα (δηλαδή αρτύματα, περιχύματα, αλείμματα με σκόρδα, μέλι και τυριά), παρασκευασμένα με τυρί («ἐσθίεται δὲ δι’ ὕδατος ἑψηθεῖσα μετὰ νάπυος ἢ μετ’ ὄξους σὺν ἐλαίῳ καὶ γάρῳ καὶ μέντοι καὶ μεθ’ ὑποτριμμάτων ἄλλων τε καὶ τῶν διὰ τυροῦ σκευαζομένων» ). Κατά τον Οριβάσιο τα φύλλα του ταριχεύονται, γίνονται τουρσί, ή αποξηραμένα μαγειρεύονται. Η ταύτιση του κολοκασίου με το «μανζιζάνιον», την μελιτζάνα (;) θεωρείται τουλάχιστον περίεργη, αν δεν είναι περίπου το ίδιο σχήμα του καθαρισμένου και κομμένου για μαγείρεμα καρπού και οι φαρμακευτικές ιδιότητες και των δύο που την υποβάλλουν (Grimaldi κ. ά. 2018, 8). Σήμερα αντί με το μανζιζάνιον θα συσχετιζόταν με την πατάτα. Κατά τον πατριάρχη Φώτιο, στον οποίο εστάλη ως δώρο, και ο οποίος το καλεί κολοκάσιον, είναι άριστον μόνον ως φάρμακον και καλόν είναι να αποφεύγεται η βρώση του, αν δεν υπάρχει ανάγκη, γιατί θεωρεί (μάλλον ερμηνεύοντας τον Θεόφραστο και Αθήναιο) ότι δεν είναι καλύτερη τροφή … από την ρίζα του καλαμιού με την οποία η ρίζα του κολοκασίου ομοιάζει. Ο ίδιος, πάντως, δίνει τρόπους ψησίματος και όχι συχνής κατανάλωσής του («σπανιάκις χρηστέον») ώστε να φεύγει η πικράδα, το γλισχρό και κολλώδες του. Βράζεται, ψήνεται, τηγανίζεται και τρώγεται με λάδι, πιπέρι και γάρο. Το τηγανιστό κολοκάσι που αναφέρει στον 9ο αιώνα o Φώτιος συναντάται επίσης στις αραβικές χώρες και πηγές και κάποιοι μελετητές κάνουν τον παραλληλισμό με τις τηγανιστές πατάτες, french fries (Lewicka 2011,245-249 και Grimaldi κ. ά. 2018, 9). Σύμφωνα με τις αραβικές πηγές το κολοκάσι (που γίνεται στα αραβικά qolqas/ qulqas) εκτός από τηγανιστό, βραστό, ποτισμένο με μέλι κόβεται σε κομμάτια και ψήνεται με κρέας και υπάρχουν Χίλιες και μια αναφορές σε αυτό, ακόμη και στις Χίλιες και μια νύχτες (Grimaldi κ. ά. 2018, 8-10). Η καλλιέργειά του ή απλώς η παρουσία του στην μεσαιωνική Κύπρο με το όνομα κολοκάσιον σημειώνεται σε σχόλιο στην ώα κώδικα του 14ου αι. ή από βοτανολόγο του 16ου αι. που μίλησε με Κυπρίους (Grimaldi κ. ά. 2018, 12-13). Στην Κύπρο καταναλωνόταν με πολλούς και διαφόρους τρόπους, όπως αναφέρει και τον 16ο αι, ο Κύπριος δομηνικανός ιερέας Στέφανος Λουζινιάνος: «On y voit encor des choux fleurs et de la Colocasse que lon mange en plusieurs manieres (Etienne de Lusignan, Description de toute l’isle de Cypre, Paris 1580, 224). Λέγεται ότι το κολοκάσιο προσφέρθηκε μεταξύ πλήθους άλλων φαγητών κατά τους γάμους του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου με την Βερεγγάρια στις 12 Μαΐου του 1191 στη Λεμεσό (Jeffery 1926, 107). Μέχρι σήμερα στην Κύπρο το κολοκάσι παραμένει ένα χαρακτηριστικό κυπριακό φαγητό που παρασκευάζεται με ποικίλους τρόπους.
Τόπος - Χρόνος
-
Βιβλιογραφία
Jeffery 1926 / 107

G. Jeffery, Cyprus under an English King in the Twelfth Century. The adventures of Richard I. and the crowning of his queen in the island, London 1926 και ανατ. 1973

Κουκουλές 1952 / 101

Φ. Κουκουλές, Βυζαντινῶν Βίος καὶ πολιτισμός, τόμος 5, Αθήνα 1952.

Dalby 2003 / 28-29, 128, 199-200, 322

A. Dalby, Food in the Ancient World from A to Z, London – New York 2003

Grocock και Grainger 2006 / 338

C. Grocock, S. Grainger, Apicius. A Critical Edition with an Introduction and an Engish Translation of the Latin Recipe Text Apicius, Totnes 2006

Grimaldi κ. ά. 2018 / 1-23

Ilaria Maria Grimaldi, Sureshkumar Muthukumaran, Giulia Tozzi, Antonino Nastasi, Nicole Boivin, Peter J. Matthews, Tinde van Andel, “Literary evidence for taro in the ancient Mediterranean: A chronology of names and uses in a multilingual world”, PLOS ONE | https://doi.org/10.1371/journal.pone.0198333, June 5, 2018, 1-23 .